Greek Meaning of ragbag

σακούλα έκπληξη

Other Greek words related to σακούλα έκπληξη

Definitions and Meaning of ragbag in English

Wordnet

ragbag (n)

a motley assortment of things

a bag in which rags are kept

FAQs About the word ragbag

σακούλα έκπληξη

a motley assortment of things, a bag in which rags are kept

ποικιλία,κολλάζ,ανακάτεμα,μεντλέι,ποικιλία,συσσώρευση,συσσωμάτωμα,συσσώρευση,σούπα αλφαβήτου,Αμάλγαμα

No antonyms found.

ragamuffin => αλήτης, ragabrash => υπερβολικά φωτεινό, ragabash => Ραγκαμπάς, rag week => Εβδομάδα σκανδαλιών, rag trade => κλωστοϋφαντουργία,