FAQs About the word morass

βάλτος

a soft wet area of low-lying land that sinks underfootA tract of soft, wet ground; a marsh; a fen.

Εμπλοκή,λαβύρινθος,Λαβύρινθος,βάλτος,κινούμενη άμμος,Μπερδέματα,παγίδα,web,Δίκτυο,δίχτυ

No antonyms found.

moranzanist patriotic front => Μετωπικό Μορανζανιστικό Πατριωτικό, morals => Ηθική, morally => ηθικά, moralizing => ηθικολογικός, moralizer => Εθικοδιδάσκαλος,