Greek Meaning of chaos
χάος
Other Greek words related to χάος
- Σύγχυση
- διαταραχή
- καταστροφή
- κόλαση
- ανακάτεμα
- ακαταστασία
- αναρχία
- ακαταστασία
- αταξία
- ακαταστασία
- ατημέλητο
- αταξία
- αποδιοργάνωση
- δωρεάν για όλους
- διάολε
- Καταστροφή
- χάος
- Πρέπει
- ταραχή
- σκορπαρισμένα
- Λακκάκι των φιδιών
- Μπερδέματα
- πέφτω
- welter
- ανθρωποκτονία εξ αμελείας
- αταξία
- μίγμα
- κόμπος
- λαβύρινθος
- ανομία
- δίνη
- Σφηκοφωλιά
- Λαβύρινθος
- μεντλέι
- μυστήριο
- ακατάστατο
- αταξία
- βάλτος
- Ανάμειξη
- γρυλίζω
- καταιγίδα
- web
Nearest Words of chaos
Definitions and Meaning of chaos in English
chaos (n)
a state of extreme confusion and disorder
the formless and disordered state of matter before the creation of the cosmos
(Greek mythology) the most ancient of gods; the personification of the infinity of space preceding creation of the universe
(physics) a dynamical system that is extremely sensitive to its initial conditions
chaos (n.)
An empty, immeasurable space; a yawning chasm.
The confused, unorganized condition or mass of matter before the creation of distinct and orderly forms.
Any confused or disordered collection or state of things; a confused mixture; confusion; disorder.
FAQs About the word chaos
χάος
a state of extreme confusion and disorder, the formless and disordered state of matter before the creation of the cosmos, (Greek mythology) the most ancient of
Σύγχυση,διαταραχή,καταστροφή,κόλαση,ανακάτεμα,ακαταστασία,αναρχία,ακαταστασία,αταξία,ακαταστασία
παραγγελία,Σύστημα,μέθοδος,τάξη,μοτίβο,σχέδιο
chaomancy => χαιομαντεία, chao phraya => Τσάο Φράγια, chanukkah => Χανουκά, chanukah => Χανουκά, chanty => σουρούπια,