Greek Meaning of protruded
εξέχων
Other Greek words related to εξέχων
- κυρτός
- προεξείχε
- τρύπησε
- πρησμένος
- μπαλόνι
- πεταχτά φρύδια
- δύσκολο
- κυμάτιζε
- δεμένο σε δέσμη
- διευρυμένο
- επιμήκης
- Προεξέχων
- κουρασμένος
- τσάντα
- έκανε μούτρα
- προβλεπόμενος
- ξεκίνησε
- ξεχώρισε
- τεντωμένος
- σακουλιασμένος
- ανατίναξε
- διασταλμένος
- Διατεταμένος
- θόλος
- επιμήκης
- επεκταθεί
- φουσκωμένο
- μανιταρώδης
- χιόνισε
Nearest Words of protruded
Definitions and Meaning of protruded in English
protruded
to jut out from the surrounding surface, to jut out from the surrounding surface or context, to cause to project, to thrust forward, to stick out or cause to stick out
FAQs About the word protruded
εξέχων
to jut out from the surrounding surface, to jut out from the surrounding surface or context, to cause to project, to thrust forward, to stick out or cause to st
κυρτός,προεξείχε,τρύπησε,πρησμένος,μπαλόνι,πεταχτά φρύδια,δύσκολο,κυμάτιζε,δεμένο σε δέσμη,διευρυμένο
συμπιεσμένος,Συμπυκνωμένο,συμφωνημένο,στενός,συρρικνώθηκε,συρρικνώθηκε
protracts => παρατείνει, protracting => παράταση, prototypes => Πρωτότυπα, protocols => τα πρωτόκολλα, protests => διαμαρτυρίες,