Greek Meaning of jutted

προεξείχε

Other Greek words related to προεξείχε

Definitions and Meaning of jutted in English

Webster

jutted (imp. & p. p.)

of Jut

FAQs About the word jutted

προεξείχε

of Jut

τρύπησε,εξέχων,μπαλόνι,δύσκολο,κυμάτιζε,κυρτός,δεμένο σε δέσμη,Προεξέχων,τσάντα,έκανε μούτρα

συμπιεσμένος,Συμπυκνωμένο,συμφωνημένο,στενός,συρρικνώθηκε,συρρικνώθηκε

jutlandish => γιουτλανδικό, jutlander => Γιούτλαντερ, jutland => Γιουτλάνδη, jutish => γιουτλανδικός, jutes => Γιούτοι,