Greek Meaning of bulged
κυρτός
Other Greek words related to κυρτός
Nearest Words of bulged
Definitions and Meaning of bulged in English
bulged (imp. & p. p.)
of Bulge
FAQs About the word bulged
κυρτός
of Bulge
τρύπησε,εξέχων,μπαλόνι,δύσκολο,κυμάτιζε,δεμένο σε δέσμη,προεξείχε,Προεξέχων,τσάντα,έκανε μούτρα
συμπιεσμένος,Συμπυκνωμένο,συμφωνημένο,στενός,συρρικνώθηκε,συρρικνώθηκε
bulge out => Εξογκώνω, bulge => εξόγκωμα, bulgarian monetary unit => Βουλγαρική νομισματική μονάδα, bulgarian capital => Πρωτεύουσα της Βουλγαρίας, bulgarian => Βουλγάρικα,