Greek Meaning of parsing

Σύνταξη

Other Greek words related to Σύνταξη

Definitions and Meaning of parsing in English

Webster

parsing (p. pr. & vb. n.)

of Parse

FAQs About the word parsing

Σύνταξη

of Parse

Ανάλυση,Ελεγκτική,έλεγχος (out),διατομή,εξετάζω,επιθεωρώντας,παρατηρώντας,παρατηρώντας,αναθεώρηση,σάρωση

γρήγορο βλέμμα (κάτι που εξετάζει ή περνάει από εκεί),χαμένος,μικροανάλυση,θέα

parsimony => φειδώ, parsimoniousness => φειδωλία, parsimonious => φειδωλός, parsiism => Ζωροαστρισμός, parsi => πάρσι,