Greek Meaning of parsed
αναλυμένου
Other Greek words related to αναλυμένου
- αναλυθέν
- ελεγμένο
- ελέγχθηκε (έξω)
- ανατομικός
- εξετασθεί
- επιθεωρήθηκε
- παρατήρησε
- Παρατηρήθηκε
- εξεταστείσα
- Σαρωμένο
- εξετάστηκε
- μελετήθηκε
- εξετασμένος
- προβολής
- κατηγοριοποιημένος
- ταξινομημένος
- χτενισμένο
- εξαπατηθείς
- βυθίστηκε (σε)
- εξερευνηθεί
- εξετάστηκε
- παραβλεπόμενος
- επιβλέπειν
- μελετήθηκαν
- Υδραυλικός
- πάνω σε
- εξετάστηκε
- Ερευνημένος
- κοίταζε
Nearest Words of parsed
- parsec => παρσέκ
- parse => αναλύω
- pars nervosa => pars nervosa
- pars intermedia => pars intermedia
- pars distilis => αποσταγμένα τμήματα
- pars anterior => Pars anterior
- parry's pinyon => Πεύκη του Πάρρυ
- parry's penstemon => Πενστέμονας του Parry
- parrying => Παράκρουση
- parry manzanita => Μανζανίτα του Πάρι
Definitions and Meaning of parsed in English
parsed (imp. & p. p.)
of Parse
FAQs About the word parsed
αναλυμένου
of Parse
αναλυθέν,ελεγμένο,ελέγχθηκε (έξω),ανατομικός,εξετασθεί,επιθεωρήθηκε,παρατήρησε,Παρατηρήθηκε,εξεταστείσα,Σαρωμένο
ρίχνω μια ματιά (σε ή πάνω από),έχασε,παραβλεπόμενος,skimmed
parsec => παρσέκ, parse => αναλύω, pars nervosa => pars nervosa, pars intermedia => pars intermedia, pars distilis => αποσταγμένα τμήματα,