Greek Meaning of palliated

καταπραϋμένος

Other Greek words related to καταπραϋμένος

Definitions and Meaning of palliated in English

Webster

palliated (imp. & p. p.)

of Palliate

FAQs About the word palliated

καταπραϋμένος

of Palliate

συγχωρούμενος,εξηγήθηκε,δικαιολογημένη,εξιλεωμένος,ομολόγησε,Αποσμητικό,εξηγήθηκε μακριά,εξαντλημένος,γυάλισε (πάνω από),ελαχιστοποιημένος

επιβαρυντική,πόνος,εξασθενημένος,τραυματισμένος,επιδεινωμένο,ενισχυμένο,εντατικοποιημένος,βλάβη,ακονισμένο

palliate => ανακουφίζω, palliasse => στρώμα από άχυρο, palliard => παλικαράς, palliament => κοινοβούλιο, pallial => παρηγορητικός,