Greek Meaning of outpoured

χυμένος

Other Greek words related to χυμένος

Definitions and Meaning of outpoured in English

outpoured

outpouring, to pour out

FAQs About the word outpoured

χυμένος

outpouring, to pour out

εκτοπισμένος,εξερράγη,εκκρινόμενο,χύθηκε,χύθηκε,εκκρινόμενο,έφτυσε,ψεκασμένος,εκτοξεύτηκε,ψέκασε

απορροφάται,εισπνεόμενο,μουσκεμένος (μέχρι),ρουφηξε (πάνω),ανέλαβε,σπογγώδης

outperforming => Υπεραποδίδων, outpacing => Προσπερνώντας, outpaced => υπερνίκησε, out-of-sight => αόρατος, out-migrant => Μετανάστης εκτός χώρας,