Greek Meaning of outpourings
εκχύσεις
Other Greek words related to εκχύσεις
Nearest Words of outpourings
Definitions and Meaning of outpourings in English
outpourings
the act of pouring out, something that pours out or is poured out, outburst sense 1
FAQs About the word outpourings
εκχύσεις
the act of pouring out, something that pours out or is poured out, outburst sense 1
ροές,εκροές,πτήσεις,αναβλύζει,Βούρλα,εκκρίσεις,αποχέτευση,υποχωρεί,αναδρομές
πλημμύρες,ροές,εισροές,εισροές,πλημμύρες,χείμαρροι,κατακλυσμοί,Ξεχειλίζω,ποτάμια,εξαπλώσεις
outpoured => χυμένος, outperforming => Υπεραποδίδων, outpacing => Προσπερνώντας, outpaced => υπερνίκησε, out-of-sight => αόρατος,