Greek Meaning of inflows
εισροές
Other Greek words related to εισροές
Nearest Words of inflows
- influences => επιρροές
- influents => οι επιρροές
- influxes => εισροές
- inform (against) => ενημερώνω (εναντίον)
- inform (on) => καταγγέλλω
- informants => πληροφοριοδότες
- informed (against) => κατήγγειλε (εναντίον)
- informed (on) => ενημερωμένος (για)
- informers => πληροφοριοδότες
- informing (against) => πληροφορία (κατά)
Definitions and Meaning of inflows in English
inflows
something that flows in, the act of flowing in, a flowing in
FAQs About the word inflows
εισροές
something that flows in, the act of flowing in, a flowing in
εισροές,πλημμύρες,ροές,ροές,εισοδήματα,κατακλυσμοί,πλημμύρες,Ξεχειλίζω,ποτάμια,Βούρλα
εκροές,εκχύσεις,πτήσεις
inflects => κλίνει, inflections => κλίσεις, inflames => φλεγμονές, infighting => εσωτερικές διαμάχες, infidels => άπιστοι,