FAQs About the word oozed

εξερχόταν

of Ooze

έσταξε,εξέπεμπε,έρεε,διείσδυσε,ιδρωμένος,αιμορραγία,διηθήθηκε,ιδρώτας,εξιδρωμένος,στάζει

πλημμυρισμένος,χύθηκε,αυξήθηκε,χύθηκε,ροής

ooze through => εκκρίνεται μέσω, ooze out => αναβλύζω, ooze leather => Δέρμα που στάζει, ooze => σταλάζω, ootype => Ωοθήκη,