Greek Meaning of exuded
εξέπεμπε
Other Greek words related to εξέπεμπε
Nearest Words of exuded
Definitions and Meaning of exuded in English
exuded (imp. & p. p.)
of Exude
FAQs About the word exuded
εξέπεμπε
of Exude
έσταξε,έρεε,εξερχόταν,διηθήθηκε,διείσδυσε,ιδρωμένος,αιμορραγία,εκπηγάζει,τεταμένος,ιδρώτας
πλημμυρισμένος,χύθηκε,ροής,αυξήθηκε,χύθηκε
exude => εκπέμπω, exudation => εξίδρωμα, exudate => Εκκρίνω, exuccous => μη εξιδρώνον, exuberate => ζωηρός,