Greek Meaning of newsworthiness

ενημερωτική αξία

Other Greek words related to ενημερωτική αξία

Definitions and Meaning of newsworthiness in English

Wordnet

newsworthiness (n)

the quality of being sufficiently interesting to be reported in news bulletins

FAQs About the word newsworthiness

ενημερωτική αξία

the quality of being sufficiently interesting to be reported in news bulletins

αστείο,αξιομνημόνευτος,αξιοσημείωτος,αξιόλογος,αξιοσημείωτος,ιδιαίτερος,ασυνήθιστο,περίεργος,εξαιρετικός,αισθητός

μέσος,κοινός,αναμενόμενος,γνώριμος,φυσιολογικός,συνηθισμένος,προβλέψιμος,τακτικός,πρότυπο,τυπικός

newswoman => Δημοσιογράφος, news-vnder => ειδήσεις-πωλητής ειδήσεων, newsvendor => Εφημεριδοπώλης, newsstand operator => Περιπτεράς, newsstand => περίπτερο,