Greek Meaning of newsworthiness
ενημερωτική αξία
Other Greek words related to ενημερωτική αξία
- αστείο
- αξιομνημόνευτος
- αξιοσημείωτος
- αξιόλογος
- αξιοσημείωτος
- ιδιαίτερος
- ασυνήθιστο
- περίεργος
- εξαιρετικός
- αισθητός
- παρατηρήσιμος
- μονός
- ασυνήθιστος
- μακριά από τον δρόμο
- ιδιαίτερο
- σπάνιος
- επαναλήψιμος
- ενικός
- περίεργο
- ασυνήθιστος
- μοναδικός
- περίεργος
- Παραθέσιμος
- ανεξίτηλος
- άξιο αναφοράς
- ονομαστός
- περίεργος
- κουίρ
- αξιοσημείωτος
- ασυνήθιστος
- αξέχαστος
- ονομαστός
- ασυνήθιστος
Nearest Words of newsworthiness
- newswoman => Δημοσιογράφος
- news-vnder => ειδήσεις-πωλητής ειδήσεων
- newsvendor => Εφημεριδοπώλης
- newsstand operator => Περιπτεράς
- newsstand => περίπτερο
- newssheet => Εφημερίδα
- newsroom => Ειδησεογραφικό γραφείο
- newsreel => εβδομαδιαία ειδησεογραφική ταινία
- newsreader => παρουσιαστής ειδήσεων
- new-sprung => Νεογέννητο
- newsworthy => άξιος αναφοράς
- newswriter => Συντάκτης
- news-writer => Δημοσιογράφος
- newsy => νέος
- newt => τρίτωνας
- newtonian => νευτωνικός
- newtonian mechanics => νευτωνική μηχανική
- newtonian reflector => Νευτώνειος ανακλαστήρας
- newtonian telescope => Νευτώνειο τηλεσκόπιο
- newton's first law => Πρώτος νόμος του Νεύτωνα
Definitions and Meaning of newsworthiness in English
newsworthiness (n)
the quality of being sufficiently interesting to be reported in news bulletins
FAQs About the word newsworthiness
ενημερωτική αξία
the quality of being sufficiently interesting to be reported in news bulletins
αστείο,αξιομνημόνευτος,αξιοσημείωτος,αξιόλογος,αξιοσημείωτος,ιδιαίτερος,ασυνήθιστο,περίεργος,εξαιρετικός,αισθητός
μέσος,κοινός,αναμενόμενος,γνώριμος,φυσιολογικός,συνηθισμένος,προβλέψιμος,τακτικός,πρότυπο,τυπικός
newswoman => Δημοσιογράφος, news-vnder => ειδήσεις-πωλητής ειδήσεων, newsvendor => Εφημεριδοπώλης, newsstand operator => Περιπτεράς, newsstand => περίπτερο,