FAQs About the word namable

ονομαστός

Capable of being named.

αξιομνημόνευτος,αξιοσημείωτος,αξιόλογος,αξιοσημείωτος,Παραθέσιμος,άξιο αναφοράς,παρατηρήσιμος,ανεξίτηλος,άξιος αναφοράς,αξιοσημείωτος

αξέχαστος,συνηθισμένος,πεζός,πρότυπο,αξιομνημόνευτο,ασήμαντος,μέσος,ρουτίνα,μέτριος,συνηθισμένο

nam => όνομα, naltrexone => ναλτρεξόνη, naloxone => ναλοξόνη, nalorphine => ναλορφίνη, nalline => Ναλίνι,