Greek Meaning of magnifical
μεγαλοπρεπής
Other Greek words related to μεγαλοπρεπής
- περίτεχνος
- μοβ
- ρητορική
- ρητορικός
- χρυσός
- καυχησιάρης, αλαζόνας
- εύγλωττος
- υπερβολικός
- ανθηρός
- ανθισμένος
- μεγαλοστομία
- μεγαλοπρεπής
- υψηλοπετών
- υψηλόφθόγγος
- πληγμένος
- φουσκωμένος
- βομβαρδιστικός
- ο βιβλιολάτρης
- Υψηλός
- επιτηδευμένος
- κολακευτικός
- αφθονη
- υψηλοπετών
- φανταχτερός
- φουσκωμένο
- μαθημένος
- υπέροχος
- πομπώδης
- επιτηδευμένος
- Τεχνητός
Nearest Words of magnifical
- magnific => μεγαλειώδης
- magnifiable => μεγεθύνεται
- magnetron => Μαγνήτρον
- magnetotherapy => Μαγνητοθεραπεία
- magnetosphere => Μαγνητόσφαιρα
- magneton => μαγνητόνιο
- magnetomotor => Μαγνητοκινητήρια δύναμη
- magnetomotive force unit => Μονάδα μαγνητοκινητικής δύναμης
- magnetomotive force => μαγνησιωτική δύναμη
- magnetomotive => μαγνητική κινητήριος δύναμη
Definitions and Meaning of magnifical in English
magnifical (a.)
Grand; splendid; illustrious; magnificent.
FAQs About the word magnifical
μεγαλοπρεπής
Grand; splendid; illustrious; magnificent.
περίτεχνος,μοβ,ρητορική,ρητορικός,χρυσός,καυχησιάρης, αλαζόνας,εύγλωττος,υπερβολικός,ανθηρός,ανθισμένος
φαλακρός,άμεσο,άπαχο,Γεγονός,φυσικός,απλός,πεζός,απλός,εφεδρικό,σκληρός
magnific => μεγαλειώδης, magnifiable => μεγεθύνεται, magnetron => Μαγνήτρον, magnetotherapy => Μαγνητοθεραπεία, magnetosphere => Μαγνητόσφαιρα,