Greek Meaning of lamming

πλακάρισμα

Other Greek words related to πλακάρισμα

Definitions and Meaning of lamming in English

Webster

lamming (p. pr. & vb. n.)

of Lam

FAQs About the word lamming

πλακάρισμα

of Lam

αποδραπέτητος,φυγόδικος,ιπτάμενος,τρέχοντας μακριά,δραπέτης,αποφυγή,πηγαίνω,αναχώρηση,Χάνοντας,μετακινούμενο

κατοικία,επίμονος,εναπομείναν,αράζω,διαμονή,μόνιμος,Επιστρέφοντας,επιστρέφοντας,προσκόλληση,καθυστέρηση

lammergeyer => γυπαετός, lammergeir => Γυπαετός, lammergeier => Γυπαετός, lammed => χάθηκε, lammastide => Λαμαστίδα,