Greek Meaning of eloping
απόδραση δύο ερωτευμένων
Other Greek words related to απόδραση δύο ερωτευμένων
Nearest Words of eloping
Definitions and Meaning of eloping in English
eloping (p. pr. & vb. n.)
of Elope
FAQs About the word eloping
απόδραση δύο ερωτευμένων
of Elope
δραπέτης,Αποχώρηση,αποδραπέτητος,παίρνοντας (μακριά),να βγω έξω,τρέχω,κεραυνοβολία,Καθαρισμός,φυγόδικος,ιπτάμενος
αντιπαράθεση,Τολμηρός,αψηφώντας,απέναντι,διαμονή,μόνιμος,πλησιάζει,κατοικία,αράζω,επίμονος
elopidae => ελοπίδες, eloper => φυγάς, elopement => απόδραση, eloped => δραπετεύω, elope => δραπετεύω,