Greek Meaning of importer
εισαγωγέας
Other Greek words related to εισαγωγέας
- συνέπεια
- σημασία
- μέγεθος
- σημασία
- λογαριασμός
- βαρύτητα
- στιγμή
- σημασία
- δύναμη
- κατάστημα
- Ουσία
- Αξία
- βάρος
- βάρος
- αυθεντία
- Διασημότητα
- κεντρικότητα
- έλεγχος
- διάκριση
- περιοχή
- Ο eminence
- ουσιώδες
- φήμη
- δόξα
- μεγαλείο
- τιμή
- Σήμα
- κυριαρχία
- όνομα
- σημείωση
- Φήμη
- θέση
- Δύναμη
- υπεροχή
- κύρος
- εξέχουσα θέση
- βαθμός
- Φήμη
- Αναφορά
- φήμη
- φήμη
- σοβαρότητα
- όρθιος
- ανάστημα
- κατάσταση
- ταλάντευση
- αξίζει
- αξία
- αξιονoμνημόνευτο
- ουσιαστικότητα
Nearest Words of importer
Definitions and Meaning of importer in English
importer (n)
someone whose business involves importing goods from outside (especially from a foreign country)
importer (n.)
One who imports; the merchant who brings goods into a country or state; -- opposed to exporter.
FAQs About the word importer
εισαγωγέας
someone whose business involves importing goods from outside (especially from a foreign country)One who imports; the merchant who brings goods into a country or
συνέπεια,σημασία,μέγεθος,σημασία,λογαριασμός,βαρύτητα,στιγμή,σημασία,δύναμη,κατάστημα
δυσφήμηση,ατίμωση,ντροπή,Ατιμία,ασήμαντοτητα,μικρότητα,μικροπρέπεια,ντροπή,μικρότητα,Ασημαντότητα
importee => εισαγωγέας, imported => εισαγόμενος, importation => Εισαγωγή, importantly => σημαντικά, important person => σημαντικό πρόσωπο,