Greek Meaning of detachedness
αποκόλληση
Other Greek words related to αποκόλληση
- αποξένωση
- ντροπαλότητα
- Ψυχραιμία
- απόσταση
- σεμνότητα
- εχεμύθεια
- αυτονομία
- Αυτοπειθαρχία
- αυτοπειθαρχία
- ψυχραιμία
- δειλία
- σιωπή
- σιωπηλότητα
- θέληση
- εντολή
- περιορισμός
- έλεγχος
- Πειθαρχία
- Διακριτικότητα
- Αναστολή
- κυριαρχία
- κατοχή
- αποχή
- καταστολή
- συγκράτηση
- αυτολογοκρισία
- αυτοέλεγχος
- Αυτοέλεγχος
- Αυταπάρνηση
- Αυτοδιοίκηση
- αυτοκυριαρχία
- Αυτοσυγκράτηση
- καταστολή
- θα
Nearest Words of detachedness
Definitions and Meaning of detachedness in English
detachedness
aloof entry 2, unconcerned, impartial, not joined or connected, not sharing any wall with another building, standing by itself, exhibiting an aloof objectivity usually free from prejudice or self-interest
FAQs About the word detachedness
αποκόλληση
aloof entry 2, unconcerned, impartial, not joined or connected, not sharing any wall with another building, standing by itself, exhibiting an aloof objectivity
αποξένωση,ντροπαλότητα,Ψυχραιμία,απόσταση,σεμνότητα,εχεμύθεια,αυτονομία,Αυτοπειθαρχία,αυτοπειθαρχία,ψυχραιμία
Αποαναστολή,ικανοποίηση,Ακράτεια,επιείκεια,ειλικρίνεια,Ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,Υπερβολή,αυτοπαράδοση,απεριόριστος
destructions => Καταστροφές, destroys => καταστρέφει, destroyers => αντιτορπιλικά, de-stressing => αποσυμπίεση, de-stressed => Αγχολυμένος,