Greek Meaning of conjuring (up)

μαγεία

Other Greek words related to μαγεία

Definitions and Meaning of conjuring (up) in English

conjuring (up)

No definition found for this word.

FAQs About the word conjuring (up)

μαγεία

ονειρευόμενος,όραμα,φανταζόμενος,απεικόνιση,βλέποντας,ματαιόδοξος,συλλαμβάνω,στοχαστικός,προληπτικός,Φανταζόμενος

No antonyms found.

conjurers => ταχυδακτυλουργοί, conjured (up) => επικαλούμενο (πάνω), conjured => ανακαλούμενο, conjure (up) => επικαλούμαι, conjurations => μαγικά ξόρκια,