Greek Meaning of collop
κομμάτι
Other Greek words related to κομμάτι
- ορεκτικό
- δάγκωμα
- καναπέ
- μασάω
- μετάλλιο
- μπουκιά
- μπουκιά
- μπουκιά
- Φουντούκι
- τσιμπολογώ
- κομμάτι
- λίγο
- Σνακ
- γεύση
- tidbit
- μεζές
- bit
- ψίχουλο
- νταμπ
- παύλα
- ντρίμπλα
- σταγόνα
- σταγόνα
- κηλίδα
- υπόδειξη
- Ορεκτικό
- γύρος
- τάφρος
- σκλήθρα
- σωματίδιο
- τσίμπημα
- σκραπ
- δισταγμός
- τεμαχίζω
- ψιχουλάκι
- ψήγμα
- ψίχουλο
- απόσπασμα
- απόσπασμα
- Κηλίδα
- κουκκίδα
- ράντισμα
- υποψία
- καταπίνω
- τίτλος
- αγγίζω
- γουλιά
- Γουλιά
- ίχνος
Nearest Words of collop
Definitions and Meaning of collop in English
collop
a small piece or slice especially of meat, a fold of fat flesh
FAQs About the word collop
κομμάτι
a small piece or slice especially of meat, a fold of fat flesh
ορεκτικό,δάγκωμα,καναπέ,μασάω,μετάλλιο,μπουκιά,μπουκιά,μπουκιά,Φουντούκι,τσιμπολογώ
No antonyms found.
collocations => συνδυασμοί λέξεων, collisions => συγκρούσεις, colligating => συνεργατικός, colligated => συγκολλημένο, colliers => Κολιέ,