FAQs About the word collides

συγκρούεται

to come together with solid impact, clash entry 1 sense 2a, to come together with solid or direct impact, clash

συγκρούσεις,Συγκρούσεις,βάζα,μάχες,τρίβεται,μάχες,ασυμφωνίες,αναμιγνύεται,μάχες,τρίξιμο

συμφωνίες,αναμειγνύει,κατάλληλο,σπίρτα,η chấpκριση

collided (with) => συγκρούστηκε (με), collided => συγκρούστηκε, collide (with) => Προσκρούω (επάνω σε), collegiality => συναδελφικότητα, colleges => πανεπιστήμια,