Greek Meaning of carried off
μεταφέρεται
Other Greek words related to μεταφέρεται
- επιτευχθείς
- επιτεύχθηκε
- διεξάγονται
- έκανε
- Εκτελέστηκε
- εκπληρωμένη
- έκανε
- εκτέλεσε
- Αποσύρθηκε
- βάλει μέσα
- πέρασε από
- προκάλεσε
- αφοσιωμένος
- ολοκληρωμένο
- τελειωμένος
- ακολούθησε (με)
- εφαρμόστηκε
- διαπραγματευμένος
- τελεσθεί
- διωκόμενος
- πραγματοποιημένο
- πετυχαίνω με άριστα
- επιτεύχθηκε
- περιτριγυρισμένο
- εκτελεσμένο
- πραγματοποιηθεί
- τελείωσε
- ασχολείται με
- καρφωμένος
- ασκήθηκε
- εξασκηθείς
- επανακαθιερώθηκε
- Επαναλαμβανόμενος
- δούλεψε σε
- Τραύμα
Nearest Words of carried off
Definitions and Meaning of carried off in English
carried off
to perform or manage successfully, to cause the death of
FAQs About the word carried off
μεταφέρεται
to perform or manage successfully, to cause the death of
επιτευχθείς,επιτεύχθηκε,διεξάγονται,έκανε,Εκτελέστηκε,εκπληρωμένη,έκανε,εκτέλεσε,Αποσύρθηκε,βάλει μέσα
απέτυχε,προσβάλλω,ασυνάρτητος,φειδωλός
carried away => παρέσυρα, carriageways => οδοί κυκλοφορίας, carriages => άμαξες, carpoolers => Σύνοδοι, carping (at) => γκρινιάζοντας,