Greek Meaning of tutting (over or about)
Τούτινγκ (πάνω ή γύρω)
Other Greek words related to Τούτινγκ (πάνω ή γύρω)
- κριτικός
- αποδοκιμάζων (για)
- αποστροφή
- Σκυθρωπός (σε ή προς)
- τσιτσιρίζοντας (για ή σχετικά με)
- καταδικαστικός
- καταγγέλλοντας
- απαξιωτικός
- αποθαρρυντικό
- περιφρονητικός
- δυσμενής
- Να κοιτάω κάποιον με απαξίωση (σε)
- Αντιπάθεια
- (αντιρρησίας (προς))
- Απορριπτικός
- επιπληκτικός
- Αποτρεπτικός
- αποστροφή
- υποτιμάω
- κακάω
- επιπλήττων
- επιτιμητικός
- επικριτικός
- επίπληξη
- περιφρόνηση
- τκ
Nearest Words of tutting (over or about)
- tut-tut (over or about) => τσι-τσι (για ή γύρω από)
- tut-tutted (over or about) => γκρινιάζω (για κάποιον/κάτι)
- tut-tutting (over or about) => τσιτσιρίζοντας (για ή σχετικά με)
- tu-whit tu-whoo => κούκου κουκουβάγια
- tu-whit tu-whoos => tu-vit tu-vu
- twaddles => ανοησίες
- tweaked => Ρυθμισμένος
- tweaking => Ρύθμιση
- tweaks => μικροδιορθώσεις
- tweens => Παιδιά που βρίσκονται στο μεταίχμιο παιδικής και εφηβικής ηλικίας
Definitions and Meaning of tutting (over or about) in English
tutting (over or about)
No definition found for this word.
FAQs About the word tutting (over or about)
Τούτινγκ (πάνω ή γύρω)
κριτικός,αποδοκιμάζων (για),αποστροφή,Σκυθρωπός (σε ή προς),τσιτσιρίζοντας (για ή σχετικά με),καταδικαστικός,καταγγέλλοντας,απαξιωτικός,αποθαρρυντικό,περιφρονητικός
Εγκριτικός,ευνοϊκός,συμπάθεια,υποστηρίζων,ανασκαφή,επικύρωση,απολαμβάνοντας,επικυρώνοντας,αγαπώντας,επιβάλλων κυρώσεις
tutted (over or about) => Τσιμπώνω (με), tutors => φροντιστές, tutoring => Ιδιαίτερα μαθήματα, tutoress => Δασκάλα, tutored => διδαγμένος,