Greek Meaning of tortuousness
ελικοειδής
Other Greek words related to ελικοειδής
- καμπύλος
- καμπυλώνω
- ερπετοειδής
- Στριμμένο
- Στρέβλωση
- περιέλιξη
- κάμψη
- τρελός
- στρεβλός
- σγουρός
- curling
- καμπύλος
- ύπουλος
- οδοντωτό
- ελικοειδής
- Ανεμώδης
- κυκλοφορία
- ελικοειδής
- περιελισσόμενος
- περιτύλιγμα
- τιρμπουσόν
- έμμεσος
- ακανόνιστος
- βρόχος
- ελικοειδής
- περιπλάνηση
- κυκλικός κόμβος
- σπείρα
- σπειροειδής
- σπειροειδής
- στροβιλιζόμενο
- ανομοιόμορφος
- πλανόδιος
- Ζιγκ-ζαγκ
- ζιγκ-ζαγκ
Nearest Words of tortuousness
Definitions and Meaning of tortuousness in English
tortuousness (n)
a tortuous and twisted shape or position
puzzling complexity
FAQs About the word tortuousness
ελικοειδής
a tortuous and twisted shape or position, puzzling complexity
καμπύλος,καμπυλώνω,ερπετοειδής,Στριμμένο,Στρέβλωση,περιέλιξη,κάμψη,τρελός,στρεβλός,σγουρός
άμεσο,γραμμικός,ίσιος,αμέσως
tortuously => τεθλασμένα, tortuous => ελικοειδής, tortuoslty => Στριφογυρισμός, tortuosity => ελικοειδής, tortuose => ελικοειδής,