Greek Meaning of supremo
ύψιστος
Other Greek words related to ύψιστος
- βαρόνος
- Μεγάλο τυρί
- πυροβόλο
- μεγάλος τροχός
- Μπιγκφουτ
- μεγαλοπετσώτης
- τσάρος
- βαρύς
- Βαριά κατηγορία
- Αρχηγός (Archigos)
- βασιλιάς
- κύριος
- μεγιστάνας
- μεγιστάνας
- νάβαβος
- ναβάπ
- αξιοσημείωτος
- Πρόσωπο
- μποχά
- Τσάρος
- Τυcoon
- VIP
- Μεγάλο αγόρι
- μεγάλος
- Πλούσιος καπιταλιστής
- καχούνα
- Κύριος άνθρωπος
- Μεγάλο κανόνι
- Καπετάνιος
- Διασημότητα
- σχήμα
- Λιοντάρι
- μονάρχης
- Σημαντικός παράγοντας
- Ναπολέων
- προσωπικότητα
- πρίγκιπας
- αστέρι
- Σούπερ σταρ
- τσάρος
- πού-μπα
- θεότητα
- Ημίθεος
- θεός
Nearest Words of supremo
- supremely => εξαιρετικά
- supreme truth => Απόλυτη αλήθεια
- supreme headquarters allied powers europe => Ανώτατο Στρατηγείο Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης
- supreme headquarters => Γενικό Επιτελείο Στρατού
- supreme court of the united states => Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών
- supreme court => Άρειος Πάγος
- supreme being => ανώτατη ύπαρξη
- supreme authority => ανώτατη εξουσία
- supreme allied commander europe => Ανώτατος Συμμαχικός Διοικητής Ευρώπης
- supreme allied commander atlantic => Ανώτατος συμμαχικός διοικητής του Ατλαντικού
Definitions and Meaning of supremo in English
supremo (n)
the most important person in an organization
FAQs About the word supremo
ύψιστος
the most important person in an organization
βαρόνος,Μεγάλο τυρί,πυροβόλο,μεγάλος τροχός,Μπιγκφουτ,μεγαλοπετσώτης,τσάρος,βαρύς,Βαριά κατηγορία,Αρχηγός (Archigos)
μισή πίντα,ελαφρύ,υφιστάμενος,υφιστάμενος,μικρομέγαλος,κατώτερος,κανείς,τίποτα,μηδέν
supremely => εξαιρετικά, supreme truth => Απόλυτη αλήθεια, supreme headquarters allied powers europe => Ανώτατο Στρατηγείο Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης, supreme headquarters => Γενικό Επιτελείο Στρατού, supreme court of the united states => Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών,