Greek Meaning of sticking (to or with)
προσκολλημένος (σε ή με)
Other Greek words related to προσκολλημένος (σε ή με)
- Εγκατάλειψη
- παραιτούμαι
- εγκατάλειψη
- Αποστάτης (από)
- διαφωνία (με)
- Επαναλαμβάνω
- abjuring
- αρνούμενος
- εγκατάλειψη
- διάψευση
- αμφισβητώντας
- εγκατάλειψη
- διάψευση
- αναίρεση
- διαψεύδοντας
- εγκατάλειψη
- συρριγμός
- ανάκληση
- απόσυρση
- οπισθοχώρηση
- Υποχωρώ
- αντιφατικός
- αμφιλεγόμενος
- υπενθύμιση
- άρνηση
- περιφρονώντας
- παράδοση
- εγκράτεια
- αποκηρύσσοντας
- αποποιούμενος
- αποκήρυξη
- αρνητικός
- αποποιούμενοι
- Επιστροφή
- άρνηση
- του να πεις
Nearest Words of sticking (to or with)
- sticker prices => τιμές αυτοκόλλητων
- sticker price => Τιμή καταλόγου
- stick up for => υπερασπίζομαι
- stick in one's craw => πειράζει κάποιον
- stick (to or with) => επιμένω (σε ή με)
- stews => μαγειρευτά
- stewards => αεροσυνοδοί
- stewarding => Διαχείριση
- stewarded => διαχειρισμένο
- stevedores => Λιμενεργάτες
Definitions and Meaning of sticking (to or with) in English
sticking (to or with)
No definition found for this word.
FAQs About the word sticking (to or with)
προσκολλημένος (σε ή με)
υπερασπίζοντας,προσκολλημένος (σε),προσκολλούμενος (σε),έτοιμος,Αποδεκτός,υιοθεσία,Αγκαλιάζει,επικύρωση,επόμενος,υποστηρίζων
Εγκατάλειψη,παραιτούμαι,εγκατάλειψη,Αποστάτης (από),διαφωνία (με),Επαναλαμβάνω,abjuring,αρνούμενος,εγκατάλειψη,διάψευση
sticker prices => τιμές αυτοκόλλητων, sticker price => Τιμή καταλόγου, stick up for => υπερασπίζομαι, stick in one's craw => πειράζει κάποιον, stick (to or with) => επιμένω (σε ή με),