Greek Meaning of serpentinely
ερπετωδώς
Other Greek words related to ερπετωδώς
- καμπύλος
- καμπυλώνω
- Στριμμένο
- Στρέβλωση
- περιέλιξη
- κάμψη
- περιελισσόμενος
- στρεβλός
- σγουρός
- curling
- καμπύλος
- ύπουλος
- οδοντωτό
- ελικοειδής
- ελικοειδής
- Ανεμώδης
- κυκλοφορία
- ελικοειδής
- περιτύλιγμα
- τιρμπουσόν
- τρελός
- έμμεσος
- ακανόνιστος
- βρόχος
- ελικοειδής
- περιπλάνηση
- κυκλικός κόμβος
- σπείρα
- σπειροειδής
- σπειροειδής
- στροβιλιζόμενο
- ανομοιόμορφος
- πλανόδιος
- Ζιγκ-ζαγκ
- ζιγκ-ζαγκ
Nearest Words of serpentinely
Definitions and Meaning of serpentinely in English
serpentinely (adv.)
In a serpentine manner.
FAQs About the word serpentinely
ερπετωδώς
In a serpentine manner.
καμπύλος,καμπυλώνω,Στριμμένο,Στρέβλωση,περιέλιξη,κάμψη,περιελισσόμενος,στρεβλός,σγουρός,curling
άμεσο,γραμμικός,ίσιος,αμέσως
serpentine => ερπετοειδής, serpentigenous => ερπυστικός, serpentiform => φιδόμορφος, serpentes => φίδια, serpented => φιδίσιος,