Greek Meaning of separating (from)

αποχωρισμός (από)

Other Greek words related to αποχωρισμός (από)

Definitions and Meaning of separating (from) in English

separating (from)

No definition found for this word.

FAQs About the word separating (from)

αποχωρισμός (από)

κόβοντας,υποχώρηση (από),Απογειωμένο από,αποχώρηση (από),abjuring,αποκήρυξη,αποδραπέτητος,παραιτούμαι,παράδοση,Απορριπτικός

έχοντας,κατοχή,φύλαξη,κατέχων,Κράτηση,διατήρηση,με κατοχή,που κρύβει,ανάκτηση,αποταμίευση

separates (from) => (από) διαχωρίζει, separates => ξεχωριστά, separated (from) => χωρισμένος (από), separate (from) => (από) ξεχωρισμένος, sentries => φρουροί,