Greek Meaning of risque

Επικίνδυνος

Other Greek words related to Επικίνδυνος

Definitions and Meaning of risque in English

Wordnet

risque (s)

suggestive of sexual impropriety

Webster

risque (a. fem.)

Alt. of Risquee

FAQs About the word risque

Επικίνδυνος

suggestive of sexual improprietyAlt. of Risquee

πικάντικο,υποδηλωτικός,άσεμνος,μπλε,Γιγαρτάδικος,παιχνιδιάρικο,αηδιαστικός,άτακτος,άσεμνος,απενεργοποιημένος

Καθαρός,αξιοπρεπής,ακίνδυνος,ακίνδυνος,Πουριτανικός,πουριτανικός,Κατάλληλη για όλες τις ηλικίες,Σωστό,ευπρεπής,ζωηρός

risotto => Ριζότο, risorial => Αστείος, risky venture => επικίνδυνη επιχείρηση, risky => Επικίνδυνο, risklessness => χωρίς ρίσκο,