Greek Meaning of barnyard
αγρόκτημα
Other Greek words related to αγρόκτημα
- Χοντρός
- χονδρόκοκκο
- ακατέργαστος
- γήινος
- Βρόμικος
- φάουλ
- αηδιαστικός
- αποδυτήρια
- χυδαίος
- άσεμνος
- μπλε
- Γιγαρτάδικος
- παιχνιδιάρικο
- υδρορροή
- απρεπής
- Τσιμιτώντας
- άσεμνος
- πικάντικο
- άσεμνος
- χυδαίος
- αλμυρός
- άσεμνος
- πικάντικο
- ελάφι
- υποδηλωτικός
- Μη εκτυπώσιμο
- ζεστός
- άσεμνος
- απρεπής
- άσεμνος
- βρώμικο
- άτακτος
- απενεργοποιημένος
- Απρεπής
- Αδημοσίευτο
- άσεμνος
- Ρισκάδο
- Ακατάλληλο για ανηλίκους
Nearest Words of barnyard
Definitions and Meaning of barnyard in English
barnyard (n)
a yard adjoining a barn
barnyard (n.)
A yard belonging to a barn.
FAQs About the word barnyard
αγρόκτημα
a yard adjoining a barnA yard belonging to a barn.
Χοντρός,χονδρόκοκκο,ακατέργαστος,γήινος,Βρόμικος,φάουλ,αηδιαστικός,αποδυτήρια,χυδαίος,άσεμνος
Καθαρός,αξιοπρεπής,ακίνδυνος,ακίνδυνος,Σωστό,ευπρεπής,ζωηρός,ωραίο,ευγενικός,μωροφιλόδοξος
barnum => Μπάρνουμ, barnstormer => Αεροπόρος ακροβατικών, barnstorm => περιοδεία, barnful => αχυρώνας, barney oldfield => Μπάρνι Όλντφιλντ,