Greek Meaning of proration
αναλογία
Other Greek words related to αναλογία
- διοικώ
- εκχωρώ
- διανέμω
- εκχωρώ
- διανέμω
- διανέμω
- διαίρεση
- παρέχειν
- συνεισφέρω
- διανέμω
- δωρίσει
- παρέχω
- διανέμω
- μερίδα
- αναλογία
- κοινοποιώ
- διαχωρίζω
- προμήθεια
- Μοιράστε
- διανέμω
- (διανέμω)
- μετρώ
- αναθέτω
- επιτρέψω
- κατάλληλος
- δωρίζω
- συμμετέχω
- κυκλοφορεί
- εκταμιεύω
- μοιράζω
- διασπείρω
- Διαδίδω
- ζήτημα
- πολύ
- μέρος
- υπόσχεση
- μερίδα
- Επανακατανομή
- Αναδιανομή
- Ανακατανεμηθείτε
- διασκορπίζω
- σετ
- διαδίδω
- μοιράζω
- κουταλιά της σούπας (έξω)
- μετρήσει (έξω)
- διανέμω
Nearest Words of proration
- prorate => αναλογικά κατανεμηθεί
- propylthiouracil => προπυλοθειοουρακίλη
- propylene glycol => Προπυλενογλυκόλη
- propylene => προπυλένιο
- propyl radical => Ριζικό προπυλίου
- propyl group => ομάδα προπυλίου
- propyl alcohol => Ισοπροπυλική αλκοόλη
- propyl => προπύλιο
- propulsive => ωθητικό
- propulsion system => Προωστικό σύστημα
Definitions and Meaning of proration in English
proration (n)
the proportional limitation of production or distribution of something (e.g. crude oil or natural gas) to some fractional part of the total capacity of each producer
FAQs About the word proration
αναλογία
the proportional limitation of production or distribution of something (e.g. crude oil or natural gas) to some fractional part of the total capacity of each pro
διοικώ,εκχωρώ,διανέμω,εκχωρώ,διανέμω,διανέμω,διαίρεση,παρέχειν,συνεισφέρω,διανέμω
πτώση,αρνούμαι,απαγορεύω,αρνούμαι,απορρίπτω,παρακράτηση,στερώ (από),φθονώ,στάση,διανέμω λανθασμένα
prorate => αναλογικά κατανεμηθεί, propylthiouracil => προπυλοθειοουρακίλη, propylene glycol => Προπυλενογλυκόλη, propylene => προπυλένιο, propyl radical => Ριζικό προπυλίου,