Greek Meaning of prorogue
αναβάλλω
Other Greek words related to αναβάλλω
- αναβάλλω
- αναβάλλω
- διάλειμμα
- Αναστέλλω
- αναβάλλω
- διαλύω
- διακόπτης
- εφεδρεία
- ράφι
- τραπέζι
- παρατείνει
- διακόπτω
- καταργώ
- ακυρώνω
- σπάω
- χωρισμός
- κλήση
- ακυρώνω
- κοντά
- Συμπεραίνουμε
- διακόπτω
- διασπείρω
- διαλύω
- τέλος
- σταματώ
- αναστείλω
- διακόπτω
- ακυρώνω
- αρνούμαι
- ακυρώνω
- αναβάλλω
- ακυρώσω
- ανάκληση
- καταργώ
- ακυρώνω
- ανακαλώ
- σταματάω
- τερματισμός
- κενός
- τελειώνω
- περίληψη
Nearest Words of prorogue
- prorogation => παράταση
- proration => αναλογία
- prorate => αναλογικά κατανεμηθεί
- propylthiouracil => προπυλοθειοουρακίλη
- propylene glycol => Προπυλενογλυκόλη
- propylene => προπυλένιο
- propyl radical => Ριζικό προπυλίου
- propyl group => ομάδα προπυλίου
- propyl alcohol => Ισοπροπυλική αλκοόλη
- propyl => προπύλιο
Definitions and Meaning of prorogue in English
prorogue (v)
hold back to a later time
adjourn by royal prerogative; without dissolving the legislative body
FAQs About the word prorogue
αναβάλλω
hold back to a later time, adjourn by royal prerogative; without dissolving the legislative body
αναβάλλω,αναβάλλω,διάλειμμα,Αναστέλλω,αναβάλλω,διαλύω,διακόπτης,εφεδρεία,ράφι,τραπέζι
Συνέχισε,συνεχίζω,επεκτείνω,εγκαινιάζω,Εκτόξευση,ανοιχτό,προχωρώ,παρατείνω,συναρμολογώ,κλήση
prorogation => παράταση, proration => αναλογία, prorate => αναλογικά κατανεμηθεί, propylthiouracil => προπυλοθειοουρακίλη, propylene glycol => Προπυλενογλυκόλη,