Greek Meaning of dollop (out)

κουταλιά της σούπας (έξω)

Other Greek words related to κουταλιά της σούπας (έξω)

Definitions and Meaning of dollop (out) in English

dollop (out)

No definition found for this word.

FAQs About the word dollop (out)

κουταλιά της σούπας (έξω)

μοιράζω,διανέμω,πολύ,μερίδα,αναλογία,διαχωρίζω,Μοιράστε,μετρήσει (έξω),(διανέμω),διανέμω

πτώση,αρνούμαι,αρνούμαι,απορρίπτω,παρακράτηση,στερώ (από),φθονώ,απαγορεύω,τσίμπημα,σφίγγω

dollish => κούκλα, dolling up => ντύσιμο, dollars-and-cents => δολάρια και σεντ, dollars => δολάρια, doling out => διανομή,