Greek Meaning of dollop (out)
κουταλιά της σούπας (έξω)
Other Greek words related to κουταλιά της σούπας (έξω)
- μοιράζω
- διανέμω
- πολύ
- μερίδα
- αναλογία
- διαχωρίζω
- Μοιράστε
- μετρήσει (έξω)
- (διανέμω)
- διανέμω
- μετρώ
- διοικώ
- εκχωρώ
- αναθέτω
- διανέμω
- κατάλληλος
- εκχωρώ
- εκταμιεύω
- διανέμω
- διανέμω
- διαίρεση
- διανέμω
- παρέχω
- ζήτημα
- μέρος
- αναλογικά κατανεμηθεί
- παρέχειν
- μερίδα
- Ανακατανεμηθείτε
- σετ
- κοινοποιώ
- προμήθεια
- μοιράζω
- διανέμω
- επιτρέψω
- δωρίζω
- συμμετέχω
- κυκλοφορεί
- συνεισφέρω
- διασπείρω
- Διαδίδω
- δωρίσει
- υπόσχεση
- διασκορπίζω
- διαδίδω
Nearest Words of dollop (out)
Definitions and Meaning of dollop (out) in English
dollop (out)
No definition found for this word.
FAQs About the word dollop (out)
κουταλιά της σούπας (έξω)
μοιράζω,διανέμω,πολύ,μερίδα,αναλογία,διαχωρίζω,Μοιράστε,μετρήσει (έξω),(διανέμω),διανέμω
πτώση,αρνούμαι,αρνούμαι,απορρίπτω,παρακράτηση,στερώ (από),φθονώ,απαγορεύω,τσίμπημα,σφίγγω
dollish => κούκλα, dolling up => ντύσιμο, dollars-and-cents => δολάρια και σεντ, dollars => δολάρια, doling out => διανομή,