Greek Meaning of passiveness
παθητικότητα
Other Greek words related to παθητικότητα
Nearest Words of passiveness
- passively => παθητικά
- passive voice => Παθητική φωνή
- passive trust => Παθητική εμπιστοσύνη
- passive transport => Παθητική μεταφορά
- passive source => Παθητική πηγή
- passive resister => παθητικός αντιστάτης
- passive resistance => Παθητική αντίσταση
- passive matrix display => Οθόνη παθητικής μήτρας
- passive immunity => παθητική ανοσία
- passive flight => παθητική πτήση
Definitions and Meaning of passiveness in English
passiveness (n)
submission to others or to outside influences
the trait of remaining inactive; a lack of initiative
passiveness (n.)
The quality or state of being passive; unresisting submission.
FAQs About the word passiveness
παθητικότητα
submission to others or to outside influences, the trait of remaining inactive; a lack of initiativeThe quality or state of being passive; unresisting submissio
αποδοχή,παθητικότητα,Θέληση,συμμόρφωση,συμμορφισμός,υπακοή,υπακοή,υπομονή,παραίτηση,υπαγωγή
ανυπομονησία,πρόκληση,ανυπακοή,Απείθεια,αντίσταση,αυθαιρεσία,αντίθεση,δυσκολία,απειθαρχία
passively => παθητικά, passive voice => Παθητική φωνή, passive trust => Παθητική εμπιστοσύνη, passive transport => Παθητική μεταφορά, passive source => Παθητική πηγή,