Greek Meaning of passing (on)

παράδοση (εμπρός)

Other Greek words related to παράδοση (εμπρός)

Definitions and Meaning of passing (on) in English

passing (on)

to die

FAQs About the word passing (on)

παράδοση (εμπρός)

to die

αγοράζοντάς το,τσεκάροντας,ετοιμοθάνατος,πτώση,ξεκινώντας,αρχίζοντας,θάνατος,καταστροφικός,εξαιρετικός,έξοδος

αναπνοή,ερχόμενος σε,ζωντανό,(είναι),υπαρκτό,επίμονος,αναβιωτικό,ακμάζων

passing (into) => Περnώντας (μέσα), passing (for) => περνώ (εξετάσεις), passing (down) => (μετάδοση (κάτω)), passes over => περνάει πάνω από, passes away => πεθαίνει,