Greek Meaning of perishing

καταστροφικός

Other Greek words related to καταστροφικός

Definitions and Meaning of perishing in English

Webster

perishing (p. pr. & vb. n.)

of Perish

FAQs About the word perishing

καταστροφικός

of Perish

θάνατος,θάνατος,θάνατος,ετοιμοθάνατος,λήξη,ξεθώριασμα,μαραμένος,μαραμένος,παρακμή,άμπωτης

ανάπτυξη,ανθοφορία,ανάπτυξη,ωρίμανση,ώριμος,Ώριμανση,ανθισμένος, -η, -ο,ακμάζων,μαλάκωμα,ελαφρυντικός

perisher => κακεντρεχής, perished => νεκρός, perishably => φθαρτός, perishableness => Φθορά, perishable => φθαρτός,