Greek Meaning of opportuneness
ευκαιρία
Other Greek words related to ευκαιρία
Nearest Words of opportuneness
- opportunism => οπορτουνισμός
- opportunist => οπορτουνιστής
- opportunistic => opportunιστικός
- opportunistic infection => Ευκαιριακή λοίμωξη
- opportunities => ευκαιρίες
- opportunity => ευκαιρία
- opportunity cost => Εναλλακτικό κόστος
- opposability => Αντιθετικότητα
- opposable => αντιτιθέμενος
- opposal => αντίσταση
Definitions and Meaning of opportuneness in English
opportuneness (n)
timely convenience
FAQs About the word opportuneness
ευκαιρία
timely convenience
εφικτότητα,πρακτικότητα,εποχικότητα,επικαιρότητα,χρησιμότητα,πλεονέκτημα,σκοπιμότητα,ωφελιμότητα,επιθυμητότητα,απολαυστικότητα
Απροσεξία,ακαταλληλότητα,Ανεπάρκεια,Ανοησία,μη πρακτικότητα,Ανεπάρκεια,μη σκοπιμότητα,ασύνεση,ασυμβατότητα,αναντιστοιχία
opportunely => κατάλληλος, opportune => κατάλληλος, opponent => Αντίπαλος, opponency => Αντίθεση, oppone => αντιτίθεμαι,