Greek Meaning of off-hand
αυθόρμητα
Other Greek words related to αυθόρμητα
- αυτοσχέδιος
- αυτοσχεδιασμένος
- αυτοσχέδιος
- εφήμερος
- αυτοσχεδιαστικός
- αυτοσχέδιος
- αυτοσχέδιος
- ανεπίσημος
- αυτοσχέδιο
- επιπόλαιος
- Κλικ
- αυθόρμητος
- παρορμητικός
- μη εξουσιοδοτημένος
- απρόσεκτος
- απρογραμμάτιστος
- μη προμελετημένο
- απροετοίμαστος
- αναπάντεχος
- αμελέτητος
- αυτοσχεδιάζω
- αυτόματος
- ανεπίσημος
- Κλίση
- βρώμικο και ανήθικο
- παρορμητικός
- ενστικτώδης
- ακούσιος
- αυτοσχέδιο
Nearest Words of off-hand
- offhanded => επιπόλαιος
- offhandedly => αδιάφορα
- office => γραφείο
- office block => Γραφειακό κτίριο
- office boy => Αγγελιαφόρος γραφείου
- office building => εμπορικό κτήριο
- office furniture => Έπιπλα γραφείου
- office of inspector general => Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή
- office of intelligence support => Γραφείο υποστήριξης πληροφοριών
- office of management and budget => Γραφείο Διαχείρισης και Προϋπολογισμού
Definitions and Meaning of off-hand in English
off-hand (r)
without preparation
FAQs About the word off-hand
αυθόρμητα
without preparation
αυτοσχέδιος,αυτοσχεδιασμένος,αυτοσχέδιος,εφήμερος,αυτοσχεδιαστικός,αυτοσχέδιος,αυτοσχέδιος,ανεπίσημος,αυτοσχέδιο,επιπόλαιος
θεωρούμενος,εσκεμμένος,εκούσιος,προγραμματισμένη,προμελετημένο,προετοιμασμένος,προβλεπόμενος,σκοπούμενος,προσχεδιασμένος
offhand => πρόχειρα, off-guard => απροετοίμαστος, offerture => Προσφορά, offertory => προσφορά, offertories => προσφορές,