Greek Meaning of rehearsed
προβλεπόμενος
Other Greek words related to προβλεπόμενος
- εφήμερος
- αυτοσχεδιαστικός
- αυτοσχέδιος
- αυτοσχέδιος
- αυτοσχέδιος
- αυτοσχεδιασμένος
- αυτοσχέδιος
- πρόχειρα
- Κλικ
- παρορμητικός
- απρόσεκτος
- απρογραμμάτιστος
- μη προμελετημένο
- απροετοίμαστος
- αναπάντεχος
- αμελέτητος
- αυτοσχεδιάζω
- αυτόματος
- βρώμικο και ανήθικο
- ενστικτώδης
- αυτοσχέδιο
- επιπόλαιος
- αυθόρμητος
- αυτοσχέδιο
- παρορμητικός
- ακούσιος
Nearest Words of rehearsed
Definitions and Meaning of rehearsed in English
rehearsed (imp. & p. p.)
of Rehearse
FAQs About the word rehearsed
προβλεπόμενος
of Rehearse
προγραμματισμένη,προμελετημένο,προετοιμασμένος,θεωρούμενος,σκοπούμενος,προσχεδιασμένος,εσκεμμένος,εκούσιος
εφήμερος,αυτοσχεδιαστικός,αυτοσχέδιος,αυτοσχέδιος,αυτοσχέδιος,αυτοσχεδιασμένος,αυτοσχέδιος,πρόχειρα,Κλικ,παρορμητικός
rehearse => πρόβα, rehearsal => πρόβα, rehearing => επανεξέταση, rehear => ξανακούω, rehash => επανάληψη,