Greek Meaning of magnanimousness
Μεγαλοψυχία
Other Greek words related to Μεγαλοψυχία
- γενναιοδωρος
- μεγάλος, καταπληκτικός
- υψηλός
- έντιμος
- ευγενής
- υψηλός
- μεγάλος
- ιπποτικός
- Υψηλός
- υψηλός
- ηρωικός
- γενναιόδωρος
- υπέροχος
- εύγενος
- φυσικός
- γενναίος
- σεβάσμιος
- άξιος
- ευγενοποιημένος
- δοξασμένος
- μεγαλόκαρδος
- ηρωικός
- εμπνευσμένος
- ιπποτικός
- υπέροχος
- επιβλητικός
- μετακινούμενο
- ιερός
- πριγκιπικός
- βασιλικός, βασιλιάς
- ανυψωτικός
Nearest Words of magnanimousness
Definitions and Meaning of magnanimousness in English
magnanimousness (n)
the quality of elevation of mind and exaltation of character or ideals or conduct
FAQs About the word magnanimousness
Μεγαλοψυχία
the quality of elevation of mind and exaltation of character or ideals or conduct
γενναιοδωρος,μεγάλος, καταπληκτικός,υψηλός,έντιμος,ευγενής,υψηλός,μεγάλος,ιπποτικός,Υψηλός,υψηλός
αποτρόπαιος,βάση,Εξευτελιστικός,κατευνασμένος,εκφυλισμένος,Υποβαθμισμένο,άτιμος,άτιμος,μικρός,Χαμηλός
magnanimously => γενναιόδωρα, magnanimous => γενναιόδωρος, magnanimity => μεγαλοψυχία, magnality => μεγαλοψυχία, magna mater => μεγάλη μητέρα,