Greek Meaning of italicized
πλάγιο
Other Greek words related to πλάγιο
Nearest Words of italicized
Definitions and Meaning of italicized in English
italicized (imp. & p. p.)
of Italicize
FAQs About the word italicized
πλάγιο
of Italicize
τονισμένος,ενισχυμένη,τονισμένη,έφερε έξω,deepened,βελτιωμένο,αγχωμένος,υπογραμμισμένο,υπογραμμισμένος,ενισχυμένοι
Μειωμένης έμφασης,μειωμένος,ελαττωμένος,ελαχιστοποιημένος,μειωμένη,ήρεμος,υποτονικός,εξασθενημένος,λιγότερο,ήρεμος (κάτω)
italicize => Πλάγια γραφή, italicism => πλάγια γραφή, italicise => πλαγιογράφηση, italic language => ιταλική γλώσσα, italic => πλάγια,