Greek Meaning of inimically

εχθρικά

Other Greek words related to εχθρικά

Definitions and Meaning of inimically in English

Webster

inimically (adv.)

In an inimical manner.

FAQs About the word inimically

εχθρικά

In an inimical manner.

εχθρικός,αρνητικός,αντίπαλος,επιζήμιος,ανταγωνιστικός,αντιπαθητικός,Αντιφατικό,Αμφιλεγόμενος,αντίθετος,εχθρικός

φιλικός,πολιτικός,Φιλικός,φιλικός,φιλικός,φιλεύσπλαχνος,φιλόξενος,φιλικός,ευχάριστος,συμπαθής

inimicality => εχθρότητα, inimical => εχθρικός, inimaginable => αδιανόητος, inigo jones => Ίνιγκο Τζόουνς, inial => ινιακό σημείο,