Greek Meaning of in sight

στα μάτια

Other Greek words related to στα μάτια

Definitions and Meaning of in sight in English

Wordnet

in sight (s)

at or within a reasonable distance for seeing

FAQs About the word in sight

στα μάτια

at or within a reasonable distance for seeing

Λάμψη,Διάκριση,Διάννοια,νοημοσύνη,αντίληψη,Διορατικότητα,αντίληψη,οξυδέρκεια,ευαισθησία,κατανόηση

πυκνότητα,ανία,μωρία,βλακεία,Ανία,τρέλα,αντιλογικός,ηλιθιότητα,Τρέλα,ανορθολογισμός

in short order => σύντομα, in short => εν συντομία, in series => σε σειρά, in secret => Μυστικά, in return => ως αντάλλαγμα,