Greek Meaning of hypothecating

ενεχυρίαση

Other Greek words related to ενεχυρίαση

Definitions and Meaning of hypothecating in English

Webster

hypothecating (p. pr. & vb. n.)

of Hypothecate

FAQs About the word hypothecating

ενεχυρίαση

of Hypothecate

υποθέτοντας,πιστεύων,παροιμία,υποθέτοντας,εάν θεωρήσουμε,Αποδεκτός,τελικός,ονειρευόμενος,υπολογισμός,εικασίες

απαιτητικός,αρνούμενος,άπιστος,αποποιούμενος,έκπτωση,δυσφημιστική,αμφισβητώντας,καχύποπτος,αμφίβολος,ερώτηση

hypothecated => υποθηκευμένος, hypothecate => υποθηκεύω, hypotheca => ενέχυρο, hypothec => Ενέχυρο, hypothalamus => Υποθάλαμος,