Greek Meaning of hypothecate
υποθηκεύω
Other Greek words related to υποθηκεύω
- να υποθέτω Assume
- πιστεύω
- υποθέτω
- πες
- υποθέτω
- αποδέχομαι
- Συμπεραίνουμε
- όνειρο
- σχήμα
- μαντεύω
- υποθέτω
- φαντάζομαι
- συμπεράνω
- επιμένω
- αξίωμα
- προκείμενη
- προϋποθέτω
- θεωρώ κάτι δεδομένο
- σκέφτομαι
- Επιβεβαιώνω
- ισχυρίζομαι
- προτείνω
- μέσος όρος
- εγγυώμαι
- ομολογώ
- Αίτηση
- συλλαμβάνω
- εικασία
- διαγωνίζομαι
- πίστωση
- _δηλώνω_
- συμπεράνω
- φανταχτερός
- συγκεντρώνω
- Κριτής
- συντηρώ
- Αντιλαμβάνομαι
- Προκαταλαμβάνω
- ομολογώ
- πιστεύω
- εικάζω
- υποθέτω
- ύποπτος
- υποψία
- καταπίνω
- παίρνω
- θεωρώ
Nearest Words of hypothecate
- hypotheca => ενέχυρο
- hypothec => Ενέχυρο
- hypothalamus => Υποθάλαμος
- hypothalamically => υποθαλαμικά
- hypothalamic releasing hormone => Υποθαλαμική ορμόνη εκλυσης
- hypothalamic releasing factor => Υποθαλαμικός απελευθερωτικός παράγοντας
- hypothalamic => υποθαλαμικός
- hypotenuse => υποτείνουσα
- hypotensive => υποτασικός
- hypotension => Υπόταση
Definitions and Meaning of hypothecate in English
hypothecate (v)
pledge without delivery or title of possession
to believe especially on uncertain or tentative grounds
hypothecate (v. t.)
To subject, as property, to liability for a debt or engagement without delivery of possession or transfer of title; to pledge without delivery of possession; to mortgage, as ships, or other personal property; to make a contract by bottomry. See Hypothecation, Bottomry.
FAQs About the word hypothecate
υποθηκεύω
pledge without delivery or title of possession, to believe especially on uncertain or tentative groundsTo subject, as property, to liability for a debt or engag
να υποθέτω Assume,πιστεύω,υποθέτω,πες,υποθέτω,αποδέχομαι,Συμπεραίνουμε,όνειρο,σχήμα,μαντεύω
πρόκληση,αμφισβητώ,αρνούμαι,απιστία,έκπτωση,δυσφήμηση,διαμάχη,δυσπιστία,αμφιβολία,ερώτηση
hypotheca => ενέχυρο, hypothec => Ενέχυρο, hypothalamus => Υποθάλαμος, hypothalamically => υποθαλαμικά, hypothalamic releasing hormone => Υποθαλαμική ορμόνη εκλυσης,