Greek Meaning of hard of hearing

βαρήκοος

Other Greek words related to βαρήκοος

Definitions and Meaning of hard of hearing in English

FAQs About the word hard of hearing

βαρήκοος

τυφλός,κωφός,άρρωστος,ανίκανος,βουβός,άρρωστος,εξετάζω,σταματώ,άρρωστος,ακίνητος

υγιής,μη ανάπηρος,ήχος,αβλαβής,καλά,ολόκληρος,υγιής,ικανός,ανάκαμψη,κατάλληλο

hard goods => Σκληρά αγαθά, harbors => λιμάνια, harborages => λιμάνια, harbingers => προάγγελοι, harasses => παρενοχλεί,