Greek Meaning of habile
επιδέξιος
Other Greek words related to επιδέξιος
- ικανός
- ικανός
- ικανός
- Ικανός
- ειδικός
- αριστοτεχνικά
- επιδέξιος
- κατάλληλος
- επιδέξιος
- επιδέξιος
- Ευέλικτος
- συντονισμένος
- επιδέξιος
- χαριτωμένος
- εύκαμπτος
- εύπλαστος
- χαλαρός
- αριστοτεχνικός
- εύστροφος
- σταθεροχέρης
- Έξυπνος
- πονηρός
- επιδέξιος
- επιδέξιος
- Διπλή άρθρωση
- ευέλικτος
- πρακτικός
- ευλύγιστος
- ευλύγιστος
- ευλύγιστος
- ζωηρός
Nearest Words of habile
- habilatory => κατοικήσιμη
- habiitancy => κατοικησιμότητα
- habergeon => Αλυσίδα από δαχτυλίδια
- haberdine => αβερτίν
- haberdashery store => Είδη διακόσμησης
- haberdashery => μερεδοπωλείο
- haberdasher => εμπορία ψιλικών
- haberdash => Μερεμέτα
- haber-bosch process => Διεργασία Haber-Bosch
- haber process => Διεργασία Χάμπερ
Definitions and Meaning of habile in English
habile (a.)
Fit; qualified; also, apt.
FAQs About the word habile
επιδέξιος
Fit; qualified; also, apt.
ικανός,ικανός,ικανός,Ικανός,ειδικός,αριστοτεχνικά,επιδέξιος,κατάλληλος,επιδέξιος,επιδέξιος
αμήχανος,αδέξιος,Αδέξιος,άχαρος,άχαρος,άνχειρος,αδέξιος,άκαμπτος,Τεχνητός,άβολος
habilatory => κατοικήσιμη, habiitancy => κατοικησιμότητα, habergeon => Αλυσίδα από δαχτυλίδια, haberdine => αβερτίν, haberdashery store => Είδη διακόσμησης,